Logo image Boatfinder
Από τη Ράχη Αχαΐας ο Έλληνας «Εσκομπάρ» με την κοκαΐνη – Πως συνελήφθη image

Από τη Ράχη Αχαΐας ο Έλληνας «Εσκομπάρ» με την κοκαΐνη – Πως συνελήφθη

Επικαιρότητα
15/12/2025

Από τη Ράχη Αχαΐας κατάγεται ο Αλέξανδρος Αγγελόπουλος ο άνδρας που συνελήφθη ως ιδιοκτήτης του σκάφους το οποίο εντοπίστηκε να μεταφέρει μεγάλη ποσότητα κοκαΐνης από τη Λατινική Αμερική προς την Ευρώπη, στο πλαίσιο διεθνούς έρευνας για διακίνηση ναρκωτικών.

Περισσότερα στοιχεία έρχονται στη δημοσιότητα σχετικά με τον εντοπισμό του ναρκόπλοιου και τη σύλληψη του ιδιοκτήτη του, Αλέξανδρου Αγγελόπουλου, γνωστού και ως «Έλληνα Εσκομπάρ».

Υπενθυμίζεται, ότι το εν λόγω πλοίο ξεκίνησε το ταξίδι του από τη Νέα Μηχανιώνα Θεσσαλονίκης και εν συνεχεία έπλευσε έως λιμάνι της Λατινικής Αμερικής, όπου και φόρτωσε τόνους κοκαϊνης. Το καράβι εντοπίστηκε κατόπιν και ρυμουλκείται εδώ και δύο μέρες από το Πολεμικό Ναυτικό της Γαλλίας στον Ατλαντικό Ωκεανό. Οι αρχές θα μεταφέρουν το πλοίο σε λιμάνι της Γαλλίας όπου θα καταμετρηθούν τα ναρκωτικά και θα παραδοθούν στις Αρχές και οι πέντε συλληφθέντες που βρίσκονται εν πλω. Σε ποιο λιμάνι σκόπευε να ταξιδέψει το σκάφος αρχικά, παραμένει έως τώρα άγνωστο.

Για την υπόθεση έχουν συλληφθεί πέντε ακόμα άτομα στην Ελλάδα και συγκεκριμένα σε ΚατερίνηΘήβα και Αθήνα.

«Ασήμι ή μολύβι»

Η ιστορία του Αλέκου Αγγελόπουλου, γνωστού και ως «Έλληνα Εσκομπάρ» με δύο λόγια: Θεαματικές μεταφορές ναρκωτικών από τη λατινική Αμερική στην Ευρώπη μέσω Σενεγάλης, εξαγωγές όπλων από την Ελλάδα στους Σαντινίστας της Νικαράουγα, ερωτικές σχέσεις με πόρνες στην Αμβέρσα, επενδύσεις σε επώνυμες επιχειρήσεις και αγορές ποδοσφαιρικών ομάδων στην Ελλάδα, ξέπλυμα εκατομμυρίων μέσω του ΟΠΑΠ και συμβόλαια θανάτου.

Ο «Αλέκος» ή «Χοντρός» όπως είναι το γνωστό παρατσούκλι του, με τον πλούσιο φάκελο στη Δίωξη Ναρκωτικών και την περίοπτη θέση του στα παράνομα κυκλώματα είναι γιος αστυνομικού από τους Νέους Πόρους Πιερίας και ξεκίνησε να εργάζεται ως ναυτικός σε παλιές λάντζες που μετέφεραν λαθραία τσιγάρα από την Αλβανία στην Ιταλία. Αργότερα, εγκαταστάθηκε στην Αμβέρσα, συνδέθηκε ερωτικά με ιδιοκτήτρια οίκου ανοχής και έπιασε δουλειά ως πλήρωμα σε λαθρεμπορικά που διακινούσαν τσιγάρα και όπλα.

Σύμφωνα με φήμες -όπως αναφέρει αφιέρωμα που του έκανε το VICE- την περίοδο εκείνη συμμετείχε σε κύκλωμα, που μετέφερε όπλα ελληνικής κατασκευής στους Σαντινίστας, μέσω επαφών με τον επίτιμο πρόξενο της Νικαράγουα στην Αθήνα. Ως αντάλλαγμα για τις υπηρεσίες τους, τα μέλη της σπείρας του έπαιρναν ποσότητες κοκαΐνης, τις οποίες «έσπρωχναν» στην Ευρώπη. Όταν κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες ο Σέρβος αρχηγός της ομάδας σκοτώθηκε, τη θέση του πήρε ο διψασμένος για χρήμα και ισχύ «Αλέκος». Λέγεται ότι μέχρι τη σύλληψή του κατάφερε να «κάνει» δέκα φορτία κοκαϊνης, αυξάνοντας τις τραπεζικές του καταθέσεις κατά πολλά εκατομμύρια ευρώ και ενισχύοντας σημαντικά την επιρροή του.

Το 2002, το παράρτημα της DEA στην Αθήνα ενημέρωσε την Αστυνομία και το ΣΔΟΕ ότι ο Αγγελόπουλος, χρησιμοποιώντας ένα ταχύπλοο φουσκωτό σκάφος, ξεφόρτωσε από αλιευτικό ανοιxτά της Κατερίνης, 5,5 τόνους κοκαΐνης και τους μετέφερε σε αποθήκη στην περιοχή του Λιτόχωρου. Από την παρακολούθηση δεν προέκυψαν ευρήματα όμως κάτοικοι της περιοχής κατέθεσαν ότι ένα βράδυ στην παραλία του Λιτόχωρου είδαν τρακτέρ να τραβούν μεγάλα κιβώτια που ξεφόρτωνε κάποιο ψαράδικο.

Το Φθινόπωρο του 2003 οι ολλανδικές αρχές έκαναν έρευνες στα αλιευτικά «Χέλιξ» και «Τρίτων» δεν κατάφεραν όμως να εντοπίσουν ναρκωτικά καθώς, σύμφωνα με μια εκδοχή, ο ιδιοκτήτης τους είχε προβλέψει την κινητοποίηση των αρχών. Έτσι, έδωσε εντολή στα πλοία του να μην κατευθυνθούν απευθείας στις ακτές της Ισπανίας αλλά να ταξιδέψουν βορειότερα στον Ατλαντικό και να αδειάσουν στη θάλασσα όλο το φορτίο με την κοκαϊνη. Παρά την υπολογίσιμη απώλεια, ο Αγγελόπουλος φρόντισε να μην αφήσει ανοιχτούς λογαριασμούς και εξόφλησε στο ακέραιο το κολομβιανό καρτέλ.

Την Άνοιξη του 2004 πληροφοριοδότης του Λιμενικού εντόπισε δεμένο σε προβλήτα στο Κερατσίνι το αλιευτικό «Africa I». Παρότι ο «χοντρός» δεν εμφανιζόταν ως ιδιοκτήτης του σκάφους, μέλη συνεργείου επισκευών τον αναγνώρισαν ως το πρόσωπο, που τους πλήρωνε σε μετρητά για να εγκαταστήσουν στο πλοίο δορυφορικά συστήματα πλοήγησης και επικοινωνίας. Με την έναρξη της παρακολούθησης του Africa, η επιχείρηση για τη σύλληψη του «Έλληνα Εσκομπάρ» μπήκε σε τελική ευθεία. Στις 15 Μαΐου του 2004 , το αλιευτικό απέπλευσε από το Κερατσίνι με προορισμό τη Δυτική Αφρική και φόρτωσε ανοικτά της Σενεγάλης 5.4 τόνους κοκαΐνης. Τα ναρκωτικά ήταν συσκευασμένα σε χαρτόκουτες και είχαν μεταφερθεί από μέλη του κολομβιανού καρτέλ που διέσχισαν τον Ατλαντικό με μια παλιά τορπιλάκατο.

Έχοντας αποκτήσει πρόσβαση στον αριθμό του δορυφορικού τηλεφώνου του Africa, βρετανικές, αμερικανικές και ελληνικές αρχές είχαν δυνατότητα να παρακολουθούν σε πραγματικό χρόνο τη διαδρομή του. Έτσι, κατά την επιστροφή του στην Ευρώπη και ενώ βρισκόταν ανοικτά του Γιβραλτάρ, το αλιευτικό καταδιώχθηκε από το σκάφος «Πετρέλα» της ισπανικής ακτοφυλακής στο οποίο επέβαιναν, μεταξύ άλλων, ένας αστυνομικός της Δίωξης Ναρκωτικών, ένας υπάλληλος του ΣΔΟΕ και ένα μέλος του κλιμακίου της DEA στην Αθήνα. Μάλιστα, η επιχείρηση λίγο έλειψε να αποβεί άκαρπη λόγω των ισχυρών ηλιακών καταιγίδων που προκαλούσαν παρεμβολές στα συστήματα παρακολούθησης.

Τελικά, το Africa βρέθηκε και ακινητοποιήθηκε την 13η Ιουλίου 2004, 100 ναυτικά μίλια νοτιοανατολικά των ισπανικών ακτών. Ο Αλέκος Αγγελόπουλος εντοπίστηκε και συνελήφθη τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου στο αεροδρόμιο της Στουτγκάρδης. Ο κατηγορούμενος αρνήθηκε ότι είχε σχέση με τη μεταφορά των ναρκωτικών και ισχυρίστηκε ότι πίσω από την εισαγωγή του φορτίου κρυβόταν ένας άλλος Έλληνας, που ήταν φυλακισμένος στις ισπανικές φυλακές για διακίνηση φορτίου κόκας βάρους 3,5 τόνων.

Ο Έλληνας βαρόνος της κοκαΐνης ήταν ήδη στη φυλακή όταν σε βάρος του σχηματίστηκαν δικογραφίες για ξέπλυμα εκατομμυρίων ευρώ μέσω κερδισμένων δελτίων του ΟΠΑΠ. Σε μια από αυτές αναφέρεται ότι για τη μεταφορά των 5,4 τόνων κοκαϊνης είχε προεισπράξει 36 εκατ. ευρώ και είχε αναθέσει στον κουνιάδο του να τα θάψει σε ερημική περιοχή του Λιτόχωρου. Σε τακτά χρονικά διαστήματα, εκείνος ανέσυρε από το χώμα δεσμίδες με χαρτονομίσματα των 500 ευρώ και συμπλήρωνε δελτία του «ΠΑΜΕ ΣΤΟΙΧΗΜΑ» σε συγκεκριμένο πρακτορείο στο Λιτόχωρο. Από περίπου 50.000 ευρώ, ο μηνιαίος τζίρος του καταστήματος έφτασε τον Σεπτέμβριο του 2006 τα 12.5 εκατομμύρια.

Για τη μεταφορά των ναρκωτικών ο Αγγελόπουλος καταδικάστηκε πρωτόδικα σε ισόβια κάθειρξη, ενώ μικρότερες ποινές του επιβλήθηκαν για τις υποθέσεις ξεπλύματος. Οι δικηγόροι του πέτυχαν αρχικά συγχώνευση των ποινών του, ενώ το 2011 το Εφετείο Κακουργημάτων Πειραιά μετέτρεψε τα ισόβια σε κάθειρξη 22 ετών, αναγνωρίζοντάς του το ελαφρυντικό του πρότερου εντίμου βίου. Ο εισαγγελέας άσκησε έφεση επί της απόφασης, η οποία συζητήθηκε στον Άρειο Πάγο τον Σεπτέμβριο του 2014.

Όμως, η απόφαση επί της αναίρεσης, που «αναβίωνε» την πρωτόδικη, ισόβια καταδίκη του «Έλληνα Εσκομπάρ», καθαρογράφηκε και κοινοποιήθηκε τη 17η Ιουνίου 2015, δηλαδή μόλις μία μέρα μετά την αποφυλάκισή του. Τρεις μήνες αργότερα, στις 22 Σεπτεμβρίου, και ενώ η υπόθεση είχε βρεθεί στα πρωτοσέλιδα του ελληνικού Τύπου, ο Αγγελόπουλος οδηγήθηκε ξανά στη φυλακή.

πηγη